Κείμενο: Alban Aubert
Φωτό: Hansueli Spitznagel
Κατά τη διάρκεια των προηγούμενών μου περιπετειών είχα την ευτυχία να ποδηλατήσω σε κορυφές πάνω από 4000 μέτρα σε Ευρώπη και Αφρική, με αποκορύφωμα τα 5000 μέτρα στη Νότια Αμερική και την Ασία.
Επόμενος στόχος μου ήταν η Ωκεανία. Εκεί που η υψηλότερη κορυφή είναι, αν θεωρήσουμε την Ινδονησία ως μέρος της Ωκεανίας, η Πυραμίδα του Carstensz. Αλλά δεδομένου ότι οι απότομες πλαγιές δεν είναι οι ιδανικότερες για εμάς τους ποδηλάτες βουνού, επέλεξα το Όρος Βίλχελμ – με υψόμετρο 4509μ. πάνω από τη θάλασσα – στην Παπούα-Νέα Γουινέα. Μία χώρα που ήθελα να επισκεφτώ εδώ και πολλά χρόνια!
Ήδη ο προορισμός, όπως και η μετάβαση εκεί, αποτελούσαν μια περιπέτεια! Ευτυχώς, ένας Γάλλος φίλος που ονομάζεται Matthieu Bosquet ταξιδεύει συχνά εκεί και μου έδωσε κάποιες συμβουλές αλλά και μερικές πολύ καλές ιδέες.
Στην Παπούα Νέα Γουινέα, η οποία βρίσκεται μεταξύ της Ινδονησίας και της Αυστραλίας, ο αριθμός των κατοίκων αναλογεί σε ποσοστό μικρότερο του 1% του συνολικού πληθυσμού ανά τον κόσμο. Όμως με τις 800 διαφορετικές γλώσσες που χρησιμοποιούν, μεταχειρίζονται αναλογικά περισσότερο από το 12% όλων των ομιλούμενων γλωσσών παγκοσμίως.
Αυτό φαντάζει απίστευτο! Και όμως υπάρχει ακόμα ένα εντυπωσιακό γεγονός που χαρακτηρίζει αυτή την πολυπρόσωπη χώρα. Το νότιο και το βόρειο τμήμα της δεν συνδέονται μεταξύ τους με αυτοκινητόδρομο παρά μόνο περπατώντας ή πετώντας…
Μέσα σε όλα, ήμουν ευτυχής που μπόρεσα να βρω έναν φωτογράφο παρά τις όποιες δυσκολίες. Ο Hansueli Spitznagel εντάχθηκε χωρίς δισταγμό στην ομάδα, μοιραζόμενος τον ίδιο βαθμό ενθουσιασμού με τον δικό μου για την περιπέτεια που επρόκειτο να ακολουθήσει.
Πορτ Μόρεσμπι: η πρωτεύουσα της Παπούα Νέα Γουινέα
Μετά από δύο ημέρες ταξιδιού (μέσω Ντουμπάι και Μπρίσμπεϊν) φτάσαμε τελικά, μαζί με τα ποδήλατά μας, στο Πορτ Μόρεσμπι, την πρωτεύουσα της Παπούα Νέα Γουινέα. Αν και δεν είναι πολύ ρομαντική, βρίσκεται στη νοτιοανατολική ακτή του νησιού της Νέας Γουϊνέας, στον Κόλπο της Παπούα και προσφέρει όμορφη θαλάσσια ζωή. Για την ιστορία, η πόλη ιδρύθηκε το 1873 από τον καπετάνιο Τζον Μόρεσμπι (John Moresby) και ονομάστηκε προς τιμή του.
Την πρώτη μέρα του ταξιδιού δεν είχαμε προγραμματίσει να κάνουμε κάτι συγκεκριμένο σε περίπτωση που τα ποδήλατά μας δεν θα έφταναν εγκαίρως από την άλλη άκρη του πλανήτη. Έτσι, είχαμε ελεύθερο χρόνο για να επισκεφτούμε ένα φυσικό πάρκο και να ενημερωθούμε για τη χλωρίδα και την πανίδα ολόκληρης της χώρας. Εκεί συναντήσαμε την καλύτερη ομάδα Ράγκμπι της Παπούα Νέα Γουινέα, της οποίας οι παίκτες θελήσαν να βγουν selfies μαζί μας! Ήταν απλά χαρούμενοι που συναντούσαν «λευκούς» μοναχούς ταξιδιώτες.
Στο Πορτ Μόρεσμπι, οι ντόπιοι δεν είναι συνηθισμένοι να έρχονται σε επαφή με τους τουρίστες. Όσους τουρίστες είχαμε την τύχη να συναντήσουμε, λίγοι τον αριθμό, ήταν πολύ εμπνευσμένοι – όπως ένας 70χρονος οδηγός ταξί από το Los Angeles που είχε ταξιδέψει σε 101 χώρες!
Με το αεροπλάνο στο όρος Hagan
Την επόμενη μέρα συνεχίσαμε το ταξίδι με το αεροπλάνο στο όρος Hagan που βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της χώρας. Φτάσαμε στο χωριό που μας έδινε πρόσβαση στην πολυπόθητη κορυφή, ώστε να γνωρίσουμε την «πραγματική» Παπούα Νέα Γουινέα. Ήδη η μικρή σχετικά απόσταση που είχαμε διανύσει με το λεωφορείο, από το αεροδρόμιο προς το ξενοδοχείο, μας έδωσε νέες προοπτικές με τα αρώματα των γεύσεων της αγοράς και την απορρόφηση της βουής των δρόμων.
Το προηγούμενο βράδυ, η διαμονή σε πολύ άνετο περιβάλλον μας είχε δώσει τον απαιτούμενο χρόνο για ξεκούραση ώστε να μπορέσουμε να προσαρμοστούμε στη διαφορά της ώρας.
Την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε την περιπέτειά μας, μία γεμάτη εβδομάδα την οποία και οι δύο μας δεν θα ξεχάσουμε ποτέ.
Το ξεκίνημα της περιπέτειας!
Νωρίς το πρωί μπήκαμε στο λεωφορείο με προορισμό την Kundiawa. Αρκετή αναμονή, καθώς ο οδηγός του λεωφορείου περίμενε την προσέλευση και άλλων επιβατών, που να πηγαίνουν στον ίδιο προορισμό, για να ξεκινήσει. Μόλις φτάσαμε, μετά από 3 ώρες, στην αγορά, απολαύσαμε τη θερμή υποδοχή των κατοίκων της Kundiawa.
Σχεδόν όλη η πόλη εμφανίστηκε για να ανταλλάξουμε χειραψίες και να συνομιλήσουμε. Πράγματι, αυτές οι γνωριμίες με τους ντόπιους που μιλούν άπταιστα αγγλικά αποτελούν όμορφες εκπλήξεις. Διόλου τυχαίο καθώς τα αγγλικά είναι η πρώτη γλώσσα που μαθαίνουν στο σχολείο.
Ο Bonny, ο πρώτος που μας συστήθηκε, ήταν ο οδηγός μας για το Βίλχελμ. Χρειαστήκαμε δύο ώρες για να βρούμε ένα όχημα 4×4 που θα μας οδηγούσε στο Kegesuglo. Η διαδρομή είχε ενδιαφέρον και προσέθετε στην περιπέτειά μας καθώς όσο περισσότερο ανεβαίναμε σε υψόμετρο τόσο πιο στενός γινόταν ο δρόμος…
Στην πορεία περάσαμε από διάφορες μικρές πόλεις και κάθε φορά που συναντούσαμε ντόπιους, ανακοίνωναν την άφιξη των λευκών επισκεπτών και ερχόντουσαν να μας υποδεχτούν θερμά.
Όταν τελικά φτάσαμε στο Kegesuglo, απ’ όπου ξεκινούσε η διαδρομή μας προς το Όρος Βίλχελμ, είχαν περάσει ήδη πέντε ημέρες από το ξεκίνημα του ταξιδιού μας στην Ευρώπη. Κατά τη συναρμολόγηση των ποδηλάτων μας, πλήθος κόσμου είχε μαζευτεί ώστε να χαζέψει τα «αστεία» μας μηχανήματα. Φανταστείτε, υπάρχουν περίπου 2500 άνθρωποι που ζουν εδώ χωρίς παροχή νερού και ηλεκτρικού ρεύματος, με δύο τηλεοράσεις και τρία ποδήλατα συνολικά. Ευτυχώς, παίρνουν αρκετό φρέσκο νερό από τα γύρω βουνά και το κλίμα επιτρέπει την καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών.
Το σούρουπο μας βρήκε σε ένα μικρό καταφύγιο, το Camp JJ, ακριβώς δίπλα από το μονοπάτι.
Ώρα για δράση!
Την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε την ανάβασή μας στα 2500 μέτρα μαζί με τον Bonny Loki (ο οδηγός), τον Marton (ο διευθυντής του καταφυγίου), τον Emmanuel (porter), τον Daren και τη Maria (τα παιδιά του Bonny).
Αν και το επίπεδο της υγρασία ήταν πολύ υψηλό, το έδαφος ήταν σε καλή κατάσταση και το μονοπάτι πολύ καλά σχεδιασμένο και κτισμένο με επιπλέον κομμάτια ξύλου. Η κλίση όμως παρέμενε πολύ απότομη για ποδηλασία.
Συνεχίσαμε την πορεία μας με καλό ρυθμό, αλλά ο Hansueli και ο εγώ θέλαμε να «πιέσουμε» τα ποδήλατα τις περισσότερες φορές.
Το καταφύγιο βρισκότανε στα 3500μ. σε οροπέδιο με δωμάτια διανυκτέρευσης. Πολύ κοντά υπήρχε μία λίμνη στην οποία δεν έχασα την ευκαιρία να απολαύσω ένα πολύ ωραίο μπάνιο. Ευτυχώς, στην περιοχή υπήρχε ακόμα σήμα για τα κινητά μας τηλέφωνα. Έτσι μπορέσαμε, καθώς είχαμε διαθέσιμο χρόνο, να στείλουμε μηνύματα και να επικοινωνήσουμε με τους φίλους και τις οικογένειές μας που περίμεναν νέα μας.
Βροχή, κρύο και χιόνι…
Ο επόμενος δρόμος ήταν δύο ώρες μακριά. Η νύχτα ήταν πολύ θυελλώδης. Η δυνατή βροχή ευτυχώς σταμάτησε λίγο πριν ξυπνήσουμε. Ήταν μόλις 3 π.μ. και είχαμε μπροστά μας μία πολύ μεγάλη μέρα…
Ξεκινώντας για το μονοπάτι, μέσα στο σκοτάδι, ο Hansueli αποφάσισε να συνεχίσει χωρίς ποδήλατο. Το μονοπάτι γινόταν ολοένα και πιο τεχνικό. Ακολουθούσαμε προσεκτικά το φως του οδηγού μας. Η θερμοκρασία έπεφτε συνεχώς και σιγά σιγά άρχισε να χιονίζει!
Ο Daran, ο γιος του οδηγού, επέστεψε στο καταφύγιο. Οι υπόλοιποι συνεχίσαμε την πορεία μας, με πολύ σύντομα διαλείμματα για να χαλαρώσουμε τους μυς, χωρίς όμως να «αρπάξουμε» πολύ κρύο. Ο Bonny μας ρωτούσε αν αυτές οι λευκές νιφάδες ήταν όντως χιόνι… Η ερώτησή του μας γέμισε με άγχος, καθώς είχε αναφέρει πρωτύτερα πως είχα ξαναβρεθεί στην κορυφή περισσότερες από 200 φορές. Όπως μας εξήγησε, ήταν μόλις η δεύτερη φορά που έβλεπε χιόνι!
Λίγο πριν την κορυφή του Όρους Βίλχελμ
Βήμα βήμα συνεχίσαμε την πορεία μας με τη θέα προς την κορυφή να μας δίνει κουράγιο! Ο Bonny μας εξήγησε πως δεν ήταν αυτή η κορυφή έπρεπε να συνεχίσουμε για 30 λεπτά ακόμα.
Για μία στιγμή τα κίνητρά μας κλονίστηκαν καθώς το τελευταίο μονοπάτι ήταν και το πιο τεχνικό απ’ όλα. Εκείνη τη στιγμή δεν ήμουν σίγουρος αν θα μπορούσα να οδηγήσω το ποδήλατό μου…
Όπως και έγινε! Μόλις φτάσαμε στην αρχή του μονοπατιού πήρα την απόφαση να συνεχίσω περπατώντας. Η κλίση ήταν τόσο απότομη που φαντάστηκα πως ίσως χρειαστεί να σκαρφαλώσουμε δεμένοι με σχοινιά.
Ο Bonny και ο Emmanuel όμως διαφώνησαν μαζί μου και επέμεναν να μεταφέρουμε τα ποδήλατα μαζί μας μέχρι την κορυφή! Ήθελαν να δουν το πρώτο full suspension ποδήλατο να φτάνει στην κορυφή.
Γνωρίζαμε πως είχε ανέβει πριν από μας στην κορυφή του Όρους Βίλχελμ ο Γάλλος Cyrill Cointre το 2006, με το hardtail ποδήλατό του. Αμέσως πείστηκα για το εγχείρημα!
Το τελευταίο τμήμα του μονοπατιού έμοιαζε περισσότερο με αναρρίχηση
Μετά από πολύ κόπο και προσπάθεια καταφέραμε να φτάσουμε στην κορυφή όπου επικρατούσαν θερμοκρασίες κατάψυξης… Ήμουν συγκλονισμένος που βρισκόμουν στην Ωκεανία, στα 4500μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας! Η χαρά και ο ενθουσιασμός μου όμως δεν απασχολούσαν καθόλου τη χιονόπτωση που γινόταν ολοένα και πιο έντονη.
Πολύ γρήγορα ξανακατεβήκαμε το απότομο μονοπάτι με τα πόδια, πρώτου καβαλήσουμε τα ποδήλατά μας. Στα υπόλοιπα 800 μ. αρνητικής υψομετρικής διαφοράς υπήρξαν αρκετές φορές ακόμα που αναγκαστήκαμε να ξεκαβαλήσουμε και να περπατήσουμε, εξαιτίας της ολισθηρότητας και της απότομης κλίσης.
Μόλις φτάσαμε στην πρώτη λίμνη, στο μονοπάτι προς την Kundiawa, ξεκίνησε η πραγματική διασκέδαση! Ναι! Εγώ και ο Hansueli ήμασταν εξαιρετικά ενθουσιασμένοι! Τι ωραίο φινάλε! Το μονοπάτι μέσα στο δάσος ήταν μαγικό! Ρολάραμε σε υγρό ξύλινο έδαφος, όμως το κράτημα ήταν απίστευτο!
Τελικά, επιστρέψαμε στο Camp JJ μετά από 12, πολύ έντονες, και συναρπαστικές ώρες. Η κούραση ήταν τόσο μεγάλη που πέσαμε για ύπνο και ξυπνήσαμε μετά από 10 ώρες.
Η ομορφότερη μέρα του ταξιδιού
Η επόμενη μέρα ήταν η ομορφότερη του ταξιδιού. Ανακαλύψαμε μαγικά μονοπάτια στο βουνό με απίστευτο flow! Το καλύτερο όλων όμως ήταν η πρόσκληση που δεχθήκαμε από το τοπικό σχολείο να περιγράψουμε στα παιδιά τις εντυπώσεις μας, να παρουσιάσουμε τα ποδήλατα και να συζητήσουμε τον διαφορετικό τρόπο ζωής της περιοχής συγκριτικά με την Ευρώπη. Μία πολύ όμορφη εμπειρία με τους μαθητές να μιλούν άπταιστα αγγλικά.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μας δόθηκε η ευκαιρία να γευτούμε την τοπική κουζίνα καθώς γευματίσαμε το μεσημέρι με την οικογένεια του οδηγού μας (ο Bonny). Απολαύσαμε ένα εορταστικό γεύμα με λαχανικά ψημένα σε θερμές πέτρες. Γιάμι!
Μία υπέροχη περιπέτεια!
Η Παπούα Νέα Γουινέα μπορεί να μην ο ιδανικότερος προορισμός για ποδηλασία, καθώς το μονοπάτι προς την κορυφή του Όρους Βίλχελμ είναι εξαιρετικά δύσβατο και τα καλά μονοπάτια για οδήγηση δεν είναι πάρα πολλά. Ήταν όμως το καλύτερο και το πιο περιπετειώδες ταξίδι μου.
Ο Hansueli και εγώ μπορέσαμε να «βουτήξουμε» σε ένα νέο και αυθεντικό κόσμο. Ανακαλύψαμε έναν πολιτισμό που δεν έχει γνωρίσει τον τουρισμό και τα μειονεκτήματα που τον συνοδεύουν.
Και βλέποντας τους ανθρώπους να ανάβουν τα τσιγάρα τους με… μεγεθυντικό φακό, μας έκανε να σκεφτούμε τον υλιστικό κόσμο στον οποίο ζούμε.
Τέλος, θέλω να πω και λίγες λέξεις για το θέμα της ασφάλειας για την οποία είχαμε διαβάσει πολύ πριν το ταξίδι και όλοι μας προειδοποιούσαν. Δεν αντιμετωπίσαμε κανένα απολύτως πρόβλημα!
Η Παπούα Νέα Γουινέα είναι μία χώρα με μαγευτικά βουνά, όμορφη θαλάσσια ζωή και φιλόξενους και ζεστούς ανθρώπους! Γι’ όλα αυτά αξίζει να την επισκεφτούμε ξανά!
πηγή:mbike.gr